κοσμητεία

κοσμητεία
η
το αξίωμα του κοσμήτορα (βλ. λ.) και ο χρόνος της αρχής του.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • κοσμητεία — η (Α κοσμητεία) [κοσμητεύω] νεοελλ. το αξίωμα ή η χρονική διάρκεια τής αρχής τού κοσμήτορα αρχ. το αξίωμα τού κοσμητή …   Dictionary of Greek

  • Христоманос, Анастасиос — Анастасиос Христоманос греч. Αναστάσιος Χρηστομάνος Дата рождения: 8 марта 1841(1841 03 08) Ме …   Википедия

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”